ΕΡΓΑ ΝΕΡΟΥ

Στη λεκάνη της Μεσογείου, ήδη από την αρχαιότητα, οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν ένα συγκεκριμένο πήλινο αγγείο για το νερό. Αυτή η μοναδική αρχαία τεχνική κατασκευής εξακολουθεί να επιβιώνει στο νησί της Αίγινας. 

Ανάλογα με τον τύπο των πήλινων αγγείων που θέλουν να κατασκευάσουν, οι κεραμείς χρησιμοποιούν διάφορους τύπους αργίλου, σε διάφορους συνδυασμούς και αναλογίες. Το χρώμα και η ποιότητα του τελικού προϊόντος εξαρτάται από το συνδυασμό των διαφόρων τύπων αργιλοχώματος. Για την παραγωγή των Αιγινίτικων κανατιών χρησιμοποιούνται τρεις τύποι πηλού: ο λευκός, ο γκρίζος και ο μαύρος. Το μείγμα τους σε συγκεκριμένη αναλογία, είναι γνωστό στην Αίγινα ως πασπάρα.

Το αγγείο «που ιδρώνει» 

Η πασπάρα χρησιμοποιείται στο εξωτερικό μέρος του κανατιού. Ο λεπτόκοκκος λευκός πηλός προσδίδει στο αγγείο μία πορώδη –γι’ αυτό και διαπερατή στο νερό- επιφάνεια. Εφόσον το αγγείο είναι γεμάτο με νερό, μικρή ποσότητα αυτού διαπερνά αργά τα τοιχώματά του. Το εξωτερικό αεράκι εξατμίζει το νερό, το δοχείο «ιδρώνει» και η εξάτμιση ψύχει το εσωτερικό. Κατ’ ουσία πρόκειται για τον ίδιο μηχανισμό που λειτουργεί στο σώμα μας με την εφίδρωση προκειμένου να μην ανέβει η θερμοκρασία του. 

Για να διατηρηθεί η εξάτμιση και η διαδικασία ψύξης θα πρέπει να διασφαλίζεται ένα απαλό αεράκι. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα κανάτια του νερού συνήθως τοποθετούνται σε ένα περβάζι παραθύρου. 

Το εργαστήριο 

Το πλάσιμο και η διακόσμηση των αγγείων πραγματοποιούνταν στο εργαστήριο του αγγειοπλάστη. Συνήθως ήταν ένα πετρόκτιστο κτίριο σε ορθογώνιο σχήμα, εξοπλισμένο με έναν ή περισσότερους ποδοκίνητους τροχούς που τοποθετούνταν δίπλα στα παράθυρα, ώστε ο τεχνίτης να επωφελείται από το φυσικό φως. 

Οι περισσότερες από τις εργασίες των αγγειοπλαστών λάμβαναν χώρα σε αυτό το δωμάτιο που λειτουργούσε και ως χώρος αποθήκευσης για το μη επεξεργασμένο αργιλόχωμα, αλλά και ως χώρος έκθεσης των τελικών προϊόντων. 

Η διαδικασία 

Αρχικά το κιτρινωπό αργιλόχωμα που εξάγονταν από συγκεκριμένες πλαγιές της Αίγινας αναμειγνυόταν με άλλα χώματα στην κατάλληλη δοσολογία ώστε να φτιαχτεί η πασπάρα. Η πασπάρα μεταφερόταν με τσουβάλια στο χώρο επεξεργασίας, συνήθως μέσα ή δίπλα στο εργαστήριο. Εκεί δουλευόταν υπομονετικά με ξύλινους τρίφτες, τους «κόπανους», μέχρι να μετατραπεί σε ψιλόκοκκο χώμα. 

Το αργιλόχωμα  τοποθετούνταν στη συνέχεια σε ειδικές δεξαμενές (καρούτες) όπου αναμειγνυόταν με νερό. Η λάσπη που προέκυπτε σουρωνόταν με ένα μεγάλο σουρωτό, τοποθετημένο σε σιδηροστιά. Μετά από μερικές ημέρες το μείγμα ξηραινόταν, κοσκινιζόταν για να απομακρυνθούν οι ακαθαρσίες και αποθηκευόταν στο εργαστήριο. Η διαδικασία μπορεί να επαναλαμβανόταν άλλη μια φορά προκειμένου το χώμα να καθαρίσει περισσότερο. Στο τέλος η λάσπη αποθηκευόταν στο εργαστήριο μέχρι να τη χρησιμοποιήσει ο αγγειοπλάστης. 

Όταν έφτανε η ώρα του πλασίματος ο αγγειοπλάστης έπαιρνε έναν «σβούλο» λάσπης, ανάλογα με το μέγεθος του αγγείου που επιθυμούσε να φτιάξει. Ακολούθως ο «σβούλος» τοποθετούνταν πάνω στον τροχό, ο οποίος έμπαινε σε κίνηση με το πόδι του τεχνίτη. Ο αγγειοπλάστης  επεξεργαζόταν τον πηλό με μεγάλη ταχύτητα και επιδεξιότητα, κατασκευάζοντας αγγεία σε ποικιλία σχημάτων και μεγεθών. Στη συνέχεια, με μια τρίχα από ουρά αλόγου ή με ένα λεπτό κομμάτι σύρμα (μισινέζα) ο τεχνίτης απομάκρυνε το αγγείο από τον τροχό και το τοποθετούσε στον πάγκο, για να στεγνώσει. Τα «αυτιά » (λαβές) τοποθετούνταν στο αγγείο αφού είχε εν μέρει στεγνώσει. 

Κάθε καινούργιο πήλινο αγγείο στέγνωνε καταρχάς σε εσωτερικό χώρο και στη συνέχεια κάτω από τον ήλιο. Το επόμενο στάδιο ήταν το ψήσιμο στο καμίνι, που συνήθως βρισκόταν δίπλα στο εργαστήριο. Ο κάτω θάλαμος (κλίβανος), είχε ένα άνοιγμα για την τροφοδοσία της φωτιάς (μπούκα). Ο άνω θάλαμος (ψησίματος), είχε μια είσοδο για την τοποθέτηση και το ψήσιμο των κεραμικών. Οι δύο θάλαμοι διαχωρίζονταν από ένα διάτρητο πέτρινο δάπεδο. 

Ο αγγειοπλάστης στοίβαζε με προσοχή τα στεγνά πλέον αγγεία μέχρι να γεμίσει ο θάλαμος και άναβε φωτιά στον κάτω θάλαμο. Τα αγγεία ψήνονταν για μια ολόκληρη μέρα και παρέμεναν κλεισμένα στο καμίνι άλλες τρεις μέρες. Βέβαια οι αγγειοπλάστες ήξεραν να υπολογίζουν τη θερμοκρασία του κλιβάνου και το χρόνο ψησίματος με την εμπειρία, χωρίς τη χρήση κάποιου οργάνου. 

Κατόπιν τα αγγεία είτε βάφονταν είτε προωθούνταν ως είχαν στην αγορά. Και αυτό όμως αποτελούσε ευθύνη του ίδιου του κανατά, ο οποίος αναλάμβανε τη μεταφορά τους μέχρι το καΐκι, πάνω σε γαϊδουράκια, με κίνδυνο να σπάσει το πολύτιμο εμπόρευμα.

Η τέχνη της διακόσμησης 

Τα αγγεία είχαν διάφορα σχήματα και μεγέθη, ανάλογα με τη χρήση τους. Σήμερα, η διακόσμηση των αγγείων της Αίγινας είναι χαρακτηριστική και περιλαμβάνει διακοσμητικά πήλινα πρόσθετα, όπως λουλούδια, σταφύλια, γυναικείες προτομές, στολισμένα πλαίσια με τα αρχικά ονομάτων (των τεχνιτών ή του ιδιοκτήτη) κ.λπ. Αυτά τα επιπλέον διακοσμητικά γίνονταν σε ξύλινα καλούπια ή γύψο.

Next: ΑΝΘΡΩΠΟΙ