ΣΗΜΕΡΑ

Είναι προφανές ότι το σημερινό σύστημα δεν είναι βιώσιμο, καθώς δεν καλύπτει ικανοποιητικά την περιοχή, είναι αναποτελεσματικό και το εργατικό κόστος καθιστά την αρδευόμενη γεωργία αντι-οικονομική. Η μείωση του πληθυσμού της περιοχής τα τελευταία 30 χρόνια το πιστοποιεί. 

Για την επίλυση του προβλήματος αυτού το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων εκπόνησε το 2003 μια μελέτη σκοπιμότητας/ βιωσιμότητας ενός ολοκληρωμένου έργου που περιλαμβάνει ένα εξωποτάμιο φράγμα (off stream dam), χωρητικότητας 4,5 εκατ. κυβικών μέτρων, με τροφοδότηση από τον Καρυώτη (μέσω ενός αγωγού εκτροπής μήκους 3,5 χιλιομέτρων και πλάτους 700mm), ένα σύστημα άρδευσης με αναδασμό γης, όπως και την κατασκευή δρόμων, αγωγών πίεσης καθώς και σύγχρονων συστημάτων άρδευσης (με ψεκαστήρες, στάγδην άρδευση κ.λπ.). Το νερό θα είναι διαθέσιμο οποτεδήποτε, καταργώντας τα υπάρχοντα δικαιώματα χρήσης νερού. Τα χωριά στο πάνω μέρος της κοιλάδας (Καλιάνα, Σινά Όρος, Γαλάτα και Κακοπετριά) θα ωφεληθούν από τη μεταφορά των δικαιωμάτων χρήσης νερού από τα κάτω χωριά τους θερινούς μήνες και αυτό θα βελτιώσει τις αρδευτικές τους πρακτικές.

Το φράγμα θα γεμίζει με νερό το χειμώνα και την άνοιξη. Υπολογίζεται ότι για να καλλιεργηθεί πλήρως το κάτω τμήμα της κοιλάδας με σύγχρονα συστήματα άρδευσης οι ετήσιες απαιτήσεις σε νερό είναι περίπου 3 εκατ. κυβικά μέτρα, όση ποσότητα νερού δηλαδή εκτρέπεται σήμερα από τον ποταμό για τα χωριά αυτά. Επειδή όμως σήμερα το νερό διοχετεύεται κυρίως την άνοιξη και το χειμώνα (πλημμυρική άρδευση), η περιοχή δεν αρδεύεται αποτελεσματικά.

Το κόστος του έργου εκτιμήθηκε σε 20 εκατ. Ευρώ (2003), με συντελεστή εσωτερικής απόδοσης 6%. 

Το έργο έχει ένα βασικό μειονέκτημα: περίπου το 75% του νερού του φράγματος πρέπει να αντληθεί για τις ανάντη περιοχές, αλλά αυτή η κατανάλωση ενέργειας μπορεί να ισοσκελιστεί μερικώς από την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας κατά το γέμισμα του φράγματος. Το νερό θα απελευθερώνεται στον κάτω ρου της εκτροπής για το οικοσύστημα του ποταμού, ενώ όταν ο ποταμός πλημμυρίζει θα υπερχειλίζει το φράγμα εκτροπής. 

Πέρα από τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της άντλησης υδάτων με ενέργεια που παράγεται σε πετρελαϊκούς ηλεκτροπαραγωγικούς σταθμούς, υπάρχει το επιπλέον ζήτημα της «παραμόρφωσης» του τοπίου από την κατασκευή δρόμων, ειδικά σε σχέση με τους αναδασμούς. Βέβαια, η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων έδειξε ότι τα προβλήματα αυτά δεν είναι σημαντικά ή ότι μπορούν να περιοριστούν με την απαιτούμενη προσοχή. Τα οφέλη για την περιοχή είναι περισσότερα και περιλαμβάνουν την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τον περιορισμό της τάσης εγκατάλειψης της υπαίθρου, σε συνδυασμό με όλα τα πλεονεκτήματα από τα συνοδά αρδευτικά έργα.  

Επιπλέον, η εξυπηρέτηση μιας περιοχής με παράδοση χιλιετιών στην αρδευόμενη γεωργία είναι και ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης, ειδικά όταν κάποιοι, χωρίς τέτοια παράδοση, βρέθηκαν να κατέχουν μεγάλες αρδεύσιμες εκτάσεις δίχως κόστος. Χωρίς το έργο αυτό μεγάλο τμήμα της αρδευόμενης περιοχής θα εγκαταλειφθεί (κάτι που ήδη έχει ξεκινήσει), καθώς θα είναι ασύμφορη προς καλλιέργεια. Αν και η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων ολοκληρώθηκε ήδη από τις αρχές του 2009, καμία απόφαση δεν έχει ληφθεί από τις αρχές σχετικά με την υλοποίηση των αναδασμών, γεγονός που επηρεάζει τη βιωσιμότητα του έργου, καθώς τα πολυδάπανα έργα πολιτικής μηχανικής και μηχανολογικά έργα θα έχουν ολοκληρωθεί στις αρχές του 2013.  

Η περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα του έργου μπορεί να εξασφαλιστεί εφόσον τηρηθούν τα εξής:

• Τα χαρακτηριστικά των νέων κατοικιών να είναι αυστηρά ρυθμιζόμενα.

• Οι αναβαθμίδες και φράχτες να διατηρηθούν όσο το δυνατόν περισσότερο.

• Κάποια κανάλια να διατηρηθούν και να μεταφέρουν νερό όταν χρειάζεται.

• Οι ευαίσθητες περιοχές να προστατευθούν.

• Παλιές κατασκευές, όπως νερόμυλοι και εκκλησίες, να αναδειχθούν, προκειμένου το παρελθόν να συνυπάρχει με το παρόν.

• Να γίνει μια συστηματική και σε βάθος δημόσια διαβούλευση προκειμένου να οριστικοποιηθούν οι σχετικές πολεοδομικές απαιτήσεις. 

Η Περιβαλλοντική Μελέτη έχει δείξει ότι η κοιλάδα μπορεί να αναζωογονηθεί χωρίς να μειωθεί ουσιαστικά ούτε η αισθητική αξία του τοπίου της περιοχής ούτε και η λειτουργία του οικοσυστήματός της. Έχει δείξει επίσης ότι οι προτεινόμενες παρεμβάσεις δεν παραβιάζουν τη φέρουσα ικανότητα του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος. 

Τέλος, σημαντικό είναι να επιτευχθεί η βελτίωση μιας αρχαίας πρακτικής χωρίς την επιβάρυνση που θα μπορούσε να προκαλέσει η δημιουργία ενός μεγάλου φράγματος στον ίδιο τον ποταμό.