TΟΠΟΘΕΣΙΑ

Ηκοιλάδα της Σολέας βρίσκεται στις βόρειες πλαγιές του ορεινού συμπλέγματος Τροόδους, κύριας οροσειράς της Κύπρου. Διατρέχεται από τον ποταμό Καρυώτη, ο οποίος έχει μήκος 28 χλμ. Η κοιλάδα έχει ανώτερο υψόμετρο 1800 μ. και εκτείνεται μέχρι τη θάλασσα, με λεκάνη απορροής 90 τετραγωνικών χιλιομέτρων.

Χάρη σε μια γεωλογική ιδιαιτερότητα, ο ποταμός Καρυώτης είναι ο ένας εκ των δύο της περιοχής που διατηρούν τη ροή τους και τους θερινούς μήνες. Αν και το μεγαλύτερο μέρος της οροσειράς αποτελείται από διαβάση (diabase), ένα πέτρωμα που περιέχει νερό μόνο σε σχισμές, η κορυφή του βουνού αποτελείται από γάββρο (gabro), πέτρωμα πορώδες το οποίο λειτουργεί ως υδροφορέας, που συγκρατεί και σταδιακά αποδίδει το νερό του κατά τους ξηρούς καλοκαιρινούς μήνες. Και τα δύο πετρώματα είναι πυριγενή και αποτελούν μέρος του εδάφους του ωκεανού που ήρθε στην επιφάνεια κατά τη σύγκρουση της Αφρικανικής με την Ευρασιατική Πλάκα.

Η ιδιαιτερότητα αυτή επιτρέπει τη διατήρηση της αρδευόμενης γεωργίας στην κοιλάδα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και για το λόγο αυτό οικισμοί εμφανίστηκαν κατά μήκος της κοιλάδας ήδη από την Εποχή του Χαλκού (3000 π.Χ.).

Μια άλλη σημαντική δραστηριότητα της περιοχής, η εξόρυξη του χαλκού από σχηματισμούς λάβας κοντά στη θάλασσα, συνεχίστηκε μέχρι και τον 20ο αι. (μεταλλείο χαλκού Φουκάσας, στην περιοχή της Σκουριώτισσας).

Το όνομα Σολέα προέρχεται από την αρχαία πόλη «Σόλοι», που βρισκόταν κοντά στην ακτή. Σήμερα υπάρχουν ένδεκα χωριά στην περιοχή που ελέγχεται από την Κυβέρνηση, με συνολικό πληθυσμό 4.788 κατοίκους (Απογραφή 2001). Ο πληθυσμός μειώνεται, όπως συμβαίνει στις περισσότερες αγροτικές περιοχές της Κύπρου που βρίσκονται μακριά από τις πόλεις. Ένας ακόμη λόγος για τη μείωση του πληθυσμού υπήρξε και το κλείσιμο του μεταλλείου.

Η κοιλάδα είναι στενή προς την ενδοχώρα και ανοίγει καθώς πλησιάζει τη θάλασσα. Οι καλλιεργητικές αναβαθμίδες της περιοχής χρονολογούνται από τη βυζαντινή περίοδο. Η κοίτη του ποταμού είναι σχετικά στενή, 3-4 μ. σε πλάτος, και αποτελείται από βότσαλα. Η γη καλλιεργείται συστηματικά με οπωροφόρα δένδρα, αμπέλια, δέντρα ξηρών καρπών και σε χαμηλότερο υψόμετρο με ελιές και εσπεριδοειδή. Παλαιότερα καλλιεργούταν και βαμβάκι καθώς και μουριές για την παραγωγή μεταξιού. Τα γύρω βουνά αποτελούν εν μέρει δασική έκταση.

Η μέση ροή του ποταμού σήμερα είναι περίπου 10 εκατ. κυβικά μέτρα το χρόνο και είναι σημαντικά μειωμένη σε σχέση με τη ροή του σαράντα χρόνια πριν, λόγω της κλιματικής αλλαγής. Η ύπαρξη είκοσι τεσσάρων νερόμυλων στην κοιλάδα κατά το παρελθόν καταδεικνύει την αλλοτινή αφθονία νερού. Σήμερα από τους επτά εναπομείναντες νερόμυλους μόνο οι δύο είναι ακόμα σε λειτουργία. 

Ανάμεσα στις πολυάριθμες εκκλησίες στην κοιλάδα, που χρονολογούνται από το 1000 ως το 1800 μ.Χ., συναντάμε στο χωριό Γαλάτα δυο μεσαιωνικές εκκλησίες που έχουν χαρακτηριστεί από την UNESCO ως μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς.

Next: ΕΡΓΑ ΝΕΡΟΥ