ΕΡΓΑ ΝΕΡΟΥ
Ηχερσόνησος, όπου βρίσκεται η παλιά πόλη, δεν υδροδοτείται μέσω κάποιου ποταμού ή πηγής, αλλά οι ανάγκες της καλύπτονται από τα υπάρχοντα υπόγεια νερά καθώς και από ιδιωτικές και δημόσιες δεξαμενές, όπου αποθηκεύεται το νερό της βροχής.
Το σπήλαιο και το πηγάδι του Αγίου Βαρθολομαίου
Στο βράχο που βλέπει τη Σαρδηνία υπάρχει μια σπηλιά σε ύψος λίγο πιο πάνω από τη στάθμη του νερού. Σε αυτό το σπήλαιο υπάρχει μια πλούσια υπόγεια πηγή που είχε δροσερό νερό καλής ποιότητας σε παλαιότερες εποχές, το οποίο πλέον είναι λίγο υφάλμυρο. Οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής πιθανότατα συνέλεγαν νερό από αυτό το σπήλαιο που εκτείνεται βαθιά μέσα στο βράχο.
Αργότερα αυτή η διαδρομή βελτιώθηκε και λαξεύτηκαν σκαλοπάτια για να διευκολύνουν την πρόσβαση. Σύμφωνα με το θρύλο, αυτά τα σκαλοπάτια σκάφτηκαν μέσα σε μια νύχτα του 1420 μ.Χ. από στρατιώτες της Αραγονίας για να εισβάλουν στην πόλη, και από αυτό το θρύλο πήραν το όνομά τους, σκαλοπάτια «του βασιλιά της Αραγονίας». Στην πραγματικότητα ο ασβεστολιθικός βράχος είναι πολύ σκληρός για να σκαφτεί σε μια νύχτα. Τα σκαλοπάτια πιθανόν υπήρχαν εκείνη την εποχή και χρησιμοποιούνταν για την παροχή νερού από το σπήλαιο στο κάστρο, όπως και για να διευκολύνουν την εκκένωσή του σε περίπτωση εισβολής.
Σε πιο πρόσφατες περιόδους (τέλη 19ου αι.) αυτό το υπόγειο νερό χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες του στρατού. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η παροχή νερού στους στρατώνες, το «πηγάδι του Αγίου Βαρθολομαίου», που ονομάστηκε έτσι από το ομώνυμο εκκλησάκι που βρίσκεται από πάνω, σκάφτηκε από μηχανικούς του στρατού για πρόσβαση στην πηγή πιο εύκολη από ό, τι μέσω της σκάλας «του βασιλιά της Αραγονίας».
Το πηγάδι ανοίχτηκε στον ασβεστολιθικό βράχο σε βάθος 60 μ., με διάμετρο 7 μ. Μια ελικοειδής σκάλα στριφογυρίζει γύρω από το πηγάδι διαμέτρου 7 μ. για να καταλήξει στο κατώτατο σημείο του, μετά από 330 μ. Το πηγάδι καταλήγει στο επίπεδο της θάλασσας, σε σπηλιά που το άνοιγμά της βλέπει σε μια μικρή παραλία.
Η κατασκευή του πηγαδιού, που βασίστηκε σε ένα διακοσίων χρόνων παλαιότερο σχέδιο του 1668, ξεκίνησε το 1857 και διήρκεσε έξι και μισό μήνες. Η σκάλα του ολοκληρώθηκε λίγα χρόνια αργότερα, το 1860.
Στην αρχή το νερό αντλούνταν στην επιφάνεια με τη βοήθεια μιας κλειστής αλυσίδας με κουβάδες, η οποία έμπαινε σε κίνηση από ένα μουλάρι που περιστρεφόταν με δεμένα μάτια. Σε μεταγενέστερες περιόδους χρησιμοποιήθηκε ένας βενζινοκινητήρας και κατόπιν μία βυθιζόμενη ηλεκτρική αντλία. Το αντλούμενο νερό αποθηκευόταν σε μια δεξαμενή.
Δια μέσου των αιώνων, με την ανάπτυξη της πόλης, το νερό της πηγής του σπηλαίου (και αργότερα του πηγαδιού) έγινε σταδιακά πιο υφάλμυρο επειδή μειώθηκε η ποσότητα του γλυκού νερού που αναπλήρωνε την πηγή. Οι λόγοι γι’ αυτό είναι πολλοί: οι δεξαμενές της πόλης που συνέλεγαν το νερό της βροχής από τις στέγες, η απώλεια των ομβρίων υδάτων στη θάλασσα μέσα από τους δρόμους και τους υπονόμους, οι κατά καιρούς ακανόνιστες και χαμηλές βροχοπτώσεις κ.ά.
Οι δεξαμενές
Προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες σε νερό χτίστηκαν δεξαμενές, κυρίως από τους Γενουάτες. Υπάρχουν τρεις τύποι δεξαμενών στην πόλη: ιδιωτικές, δημόσιες και στρατιωτικές, και όλες προορίζονταν για τη συλλογή βρόχινου νερού.
α) Ιδιωτικές δεξαμενές
Περισσότερες από είκοσι ιδιωτικές δεξαμενές έχουν καταμετρηθεί στην παλιά πόλη. Η βροχή συλλεγόταν κυρίως από τις στέγες και οδηγούταν μέσα από επιτοίχιες κεραμικές υδρορροές σε μια δεξαμενή στον πρώτο όροφο.
β ) Δημόσιες δεξαμενές
Η πιο εντυπωσιακή δημόσια δεξαμενή στο Bonifacio βρίσκεται κάτω από την εκκλησία της St. Marie Majeure, την κεντρική εκκλησία της πόλης, ανάγεται στον 12ο αι., τροποποιήθηκε επανειλημμένως και ανακαινίστηκε τον 18ο αι.
Στην είσοδο του ναού υπάρχει μια loggia, μια μικρή στεγασμένη στοά πλαισιωμένη από στύλους, και κάτω από αυτή βρίσκεται η δεξαμενή. Τη δεξαμενή διαχειρίζονταν οι κληρικοί και, σύμφωνα με έγγραφο του 19ου αι., περιείχε έως και 510m3 νερού.
Η δεξαμενή τροφοδοτούταν από τη βροχή: οι καμάρες στήριξης ανάμεσα στα σπίτια είναι εξοπλισμένες με αντηρίδες και υδρορροές από σχιστόλιθο. Αυτές οι καμάρες λειτουργούσαν ως υδραγωγεία για τη συλλογή του βρόχινου νερού που έπεφτε στις στέγες.
Η συγκεκριμένη δεξαμενή χτίστηκε γύρω στο 1318 για να εξασφαλιστεί νερό σε περίπτωση πολιορκίας ή επιστράτευσης. Έτσι, απαγορευόταν να αντλείται το νερό της κατά την άνυδρη περίοδο μεταξύ Ιουνίου και Οκτωβρίου. Μετά τον Οκτώβριο, όταν οι βροχές ήταν άφθονες, επιτρεπόταν στους πολίτες να πάρουν νερό. Στο Bonifacio είναι σύνηθες να υπάρχουν δημόσιες κρήνες κάτω από θρησκευτικά μνημεία. Άλλα μνημεία που διαθέτουν δεξαμενές είναι, π.χ., το μοναστήρι του St. Francois, το παρεκκλήσι Sainte Croix και το άσυλο των πολιτών.
γ ) Στρατιωτικές δεξαμενές
Το Bonifacio υπήρξε πάντα μια στρατιωτική πόλη, με μεγάλη παρουσία στρατιωτών. Κατά συνέπεια, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες του στρατού, αρκετές δεξαμενές κατασκευάστηκαν στην πόλη. Η κύρια δεξαμενή που βρίσκεται κάτω από τους στρατώνες μπορούσε να αποθηκεύσει 500 m3. Το σύστημα συλλογής είναι έξυπνο: το νερό της βροχής που πέφτει πάνω στις στέγες συλλέγεται και διοχετεύεται στη δεξαμενή, με τις αντηρίδες να λειτουργούν ως υδραγωγεία. Η δεξαμενή επιχρίστηκε με μαύρο μονωτικό υλικό ώστε να εξασφαλιστεί η μέγιστη στεγανοποίηση.
At least 10 military cisterns were reported in the city, totalling a capacity of 1,422 m3 according to a document of the 19th century.Σύμφωνα με έγγραφο του 19ου αι. τουλάχιστον 10 στρατιωτικές δεξαμενές αναφέρονται στην πόλη, συνολικής χωρητικότητας 1.422 m3.At least 10 military cisterns were reported in the city, totalling a capacity of 1,422 m3 according to a document of the 19th century.