ΕΡΓΑ ΝΕΡΟΥ
Όταν η Ρώμη κατέλαβε την Καρχηδόνα, το μεγαλύτερο μέρος του νερού της πόλης προερχόταν είτε από πηγάδια είτε από ιδιωτικές δεξαμενές βάθους τουλάχιστον δύο μ., οι οποίες τροφοδοτούνταν με το νερό της βροχής και μπορούσαν να αποθηκεύσουν συνολικά αρκετές χιλιάδες λίτρα νερού.
Πώς όμως θα μπορούσαν οι Ρωμαίοι έποικοι να επιβιώσουν σε συνθήκες τόσο διαφορετικές από αυτές που επικρατούσαν στη Ρώμη; Θα μπορούσε η περιοχή αυτή να υποστηρίξει τα γνωστά σε εκείνους αναβρυτήρια και λουτρά; Στην πραγματικότητα, ο συνδυασμός της ρωμαϊκής τεχνολογίας (βλ. υδραγωγεία) με τις τεχνικές των Φοινίκων (βλ. κινστέρνες) είχε ως αποτέλεσμα να υλοποιηθούν σημαντικά έργα νερού στη Βόρεια Αφρική.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, ποτέ στην αρχαία Τύνιδα δε σχεδιάστηκε τόσο καλά και δεν εφαρμόστηκε τόσο επιτυχώς μια πολιτική για το νερό όσο κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής περιόδου. Οι ρωμαίοι αυτοκράτορες και οι τοπικές κοινότητες θεωρούσαν το νερό κρατική υπόθεση, ισότιμη με τη σίτιση και τα θεάματα. Πίστευαν ότι είναι υποχρέωσή τους να εξασφαλίζουν ελεύθερη πρόσβαση στο νερό για κάθε πολίτη μέσα στην επικράτειά τους, χωρίς εξαιρέσεις.
Ό,τι διασώζεται από τις περήφημες κινστέρνες της Μάλαγας βρίσκεται στη βόρεια – βορειοδυτική πλευρά του λόφου Byrsa. Πρόκειται για μια σειρά από 15 κινστέρνες τοποθετημένες σε σειρά, οι οποίες ενώνονται σε έναν εγκάρσιο χώρο στη νότια πλευρά. Ολόκληρη η κατασκευή έχει σχήμα ορθογώνιο, μήκους 131 μ. και πλάτους 102 μ. Οι κινστέρνες ήταν καμαροσκέπαστες και κάθε μια είχε 100 μ. μήκος, 7,5 μ. πλάτος και 4 μ. βάθος (εσωτερικές διαστάσεις). Επομένως η μέγιστη χωρητικότητά τους ανερχόταν σε περισσότερα από 44.000 κυβικά μέτρα. Πρόκειται για τις μεγαλύτερες κινστέρνες της ρωμαϊκής αρχαιότητας!
Αλλάζοντας χρήση, μετά την πτώση της Ρώμης, οι κινστέρνες της Μάλαγας κατόρθωσαν να επιβιώσουν σε εξαιρετική κατάσταση. Σήμερα είναι από τα πιο ενδιαφέροντα ρωμαϊκά αξιοθέατα της περιοχής.
Οι κινστέρνες της Μάλαγας βρίσκονται κατά μήκος της νότιας πρόσοψης του υδραγωγείου της Καρχηδόνας από το οποίο τροφοδοτούνται. Παρόλα αυτά, η κατασκευή των δεξαμενών προηγήθηκε του υδραγωγείου κατά σχεδόν έναν αιώνα, καθώς το υδραγωγείο πιθανότατα χτίστηκε στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ. Η αρχαιολογική έρευνα δεν έχει κατορθώσει ακόμα να διευκρινίσει τη λειτουργική σχέση ανάμεσα στα δύο μνημεία.
Διατρέχοντας πεδιάδες, λόφους και κοιλάδες για 132 χλμ., το υδραγωγείο του Ζαγκουάν (Zaghouan) της Καρχηδόνας, που χτίστηκε τον 2ο αι. μ.Χ., είναι το μεγαλύτερο σε μήκος της ρωμαϊκής περιόδου. Το υδραγωγείο αυτό μετέφερε νερό στην Καρχηδόνα. Η καθημερινή του παροχή υπολογίζεται σε 25.000 κυβικά μέτρα. Ο όγκος αυτός επαρκούσε για την ημερήσια κατανάλωση 250 λίτρων/άτομο για έναν πληθυσμό 100.000 ατόμων. Το υδραγωγείο πήγαζε από δύο σημεία. Tο πρώτο βρισκόταν στην πόλη Zaghouan, περίπου 50-60 χλμ. νότια της Τύνιδας. Η δεύτερη πηγή βρίσκονταν 50 χλμ. νοτιοδυτικά της πόλης Zaghouan, προς την περιοχή Djougar.
Το υδραγωγείο του Zaghouan ήταν πάντα αντικείμενο θαυμασμού, αφού αντιπροσώπευε μια πρωτοπόρα υδραυλική τεχνολογία. Τα επίγεια τμήματά του, με μήκος μεγαλύτερο των 17 χλμ., το ύψος και ο ρυθμός που χαρακτηρίζουν τις μεγαλοπρεπείς καμάρες του σηματοδοτούν τη βελτίωση των υλικών που χρησιμοποιούνταν εκείνη την εποχή και την υψηλή αισθητική της αρχιτεκτονικής του. Η μακραίωνη παρουσία του έχει νικήσει το χρόνο.
Έχει καθιερωθεί να θεωρείται δεδομένη μια αιτιώδης σχέση, η οποία δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιωθεί, ανάμεσα στην κατασκευή του υδραγωγείου της Καρχηδόνας και την κατασκευή ενός άλλου, εξίσου μεγαλειώδους υδραυλικού συστήματος της πόλης, των Λουτρών του Αντωνίνου, που σύμφωνα με μια επιγραφή ολοκληρώθηκαν το 162 μ.Χ.
Το υδραγωγείο συνέχισε να λειτουργεί τουλάχιστον μέχρι το τέλος της εποχής των Βανδάλων (536 μ.Χ.). Πιστεύεται ότι κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής περιόδου, η οποία χαρακτηρίστηκε από συχνές πολιτικές αναταράξεις και ανασφάλεια στις αγροτικές περιοχές, το υδραγωγείο άρχισε να παρακμάζει, χωρίς ωστόσο να διακόπτεται ολοκληρωτικά η λειτουργία του.
Περισσότερο από έξι αιώνες αργότερα, ο Σουλτάνος Hafsid (γνωστός και ως Abu Abdullah Mohammed al Mustansir I) έδωσε νέα ζωή στο υδραγωγείο, πραγματοποιώντας την αναγκαία ανακαίνισή του από το 1250 μέχρι το 1267, για να το συνδέσει με τη νέα κατασκευή στο Kasbah της Τύνιδας, το οποίο διασχίζει τους κήπους Ras-al-Tabia, Bardo και Rabta.
Η γέφυρα-φράγμα του El Battan: Η γέφυρα-φράγμα του El Battan είναι ένα ακόμα παράδειγμα της παλαιότερης χρήσης των wadis στον κάμπο Medjerda κοντά στην Τύνιδα. Η γέφυρα είναι χτισμένη τον 16ο αι. μ.Χ., έχει 16 αψίδες και διοχετεύει νερό για την άρδευση των καλλιεργήσιμων εδαφών και τη λειτουργία των νερόμυλων της περιοχής.