ΕΡΓΑ ΝΕΡΟΥ
Πηγάδια/Φρεάτια
Περισσότερα από τετρακόσια πηγάδια ανακαλύφθηκαν στην Αρχαία Αγορά κατά τη διάρκεια ανασκαφών. Το βάθος τους κυμαινόταν από 2,5 μ. έως 37 μ., με μέσο όρο περίπου τα 10 μ. Στις πρώιμες περιόδους, τα πηγάδια δεν είχαν εσωτερική επένδυση, ενώ από τον 6ο αιώνα π.Χ. ενισχύονταν με λιθοδομή από μικρούς λίθους. Το στόμιό τους διέφερε σε σχήμα και διαστάσεις. Από τον 4ο αιώνα π.Χ. επενδύονταν με κυκλικά, πήλινα στόμια, προκειμένου να δημιουργηθεί μια ενισχυμένη, ανθεκτική κατασκευή. Μέχρι τον 6ο αιώνα π.Χ. χρησιμοποιούνταν ως στόμια τμήματα από σπασμένους πίθους (λαιμός και ώμοι), ενώ αργότερα ειδικά στόμια δημιουργήθηκαν για το σκοπό αυτό, πήλινα στην αρχή, και αργότερα λίθινα. Τα στόμια των πηγαδιών είχαν συχνά τρύπες στα τοιχώματά τους, που πιθανώς χρησιμοποιούταν για να στερεώνεται το σχοινί και να αντλείται το νερό. Με τον τρόπο αυτό η άντληση γίνονταν ευκολότερη. Είναι επίσης αρκετά πιθανό να υπήρχε μία μικρή ξύλινη δοκός δεμένη στο άκρο του σχοινιού, ώστε να επιτρέπεται η βύθιση και ψύξη τροφής αλλά και υγρών. Το σκοινί, λόγω της τριβής, άφησε συχνά τα ίχνη του πάνω στα λίθινα στόμια των πηγαδιών.
Κατά τη διάρκεια των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων εφαρμόστηκαν πιο εξελιγμένα συστήματα άντλησης, όπως το μάγγανο (τροχαλία που στηριζόταν σε πέτρινο πλαίσιο πάνω από το πηγάδι). Τέτοιες τροχαλίες, καθώς και υπολείμματα σχοινιού, έχουν βρεθεί σε αρκετά πηγάδια. Τα δοχεία που χρησιμοποιούνταν για την άντληση νερού ήταν ως επί το πλείστον πήλινα, αν και έχουν βρεθεί και λιγοστά ξύλινα δοχεία με στοιχεία από σίδηρο.
Στέρνες στην Αρχαία Αγορά
Στην Αρχαία Αγορά βρέθηκαν επίσης πολλές δεξαμενές / στέρνες, που χρονολογούνται κυρίως μεταξύ του 4ου και 1ου π.Χ. αιώνα. Πιστεύεται ότι αυτές ήταν δευτερεύουσας χρήσης, για περιπτώσεις που η παροχή νερού δεν ήταν αρκετή. Θεωρείται ότι το νερό από τα πηγάδια χρησιμοποιούνταν για πόση, ενώ το νερό των στερνών για πλύσιμο. Το βρόχινο νερό συλλέγονταν από τις στέγες και μέσω κατακορύφων υδροροών και οριζόντιων καναλιών οδηγούνταν στις στέρνες, που συνήθως ήταν υπόγειες. Αυτές είχαν σχήμα φλασκιού, με διάμετρο περίπου 3μ., πιθανώς για να αποφευχθεί κατάρρευση των τοιχωμάτων τους. Κάποιες φορές, ένας αγωγός συνέδεε δύο διαδοχικές στέρνες, ενώ τα τοιχώματα τόσο της στέρνας όσο και του αγωγού καλύπτονταν με υδραυλικό κονίαμα για στεγανοποίηση. Οι αμφορείς που βρίσκονται συχνά στον πυθμένα των στερνών εικάζεται ότι είτε είχαν πέσει κατά λάθος είτε αποθηκεύονταν εκεί.
Κρήνες στην Αρχαία Αγορά
Η Αρχαία Αγορά περιελάμβανε επίσης μια πολυμορφία από κρήνες, εντυπωσιακά δημόσια κτίσματα για την παροχή νερού στους πολίτες αλλά και σημείο συνάντησης για τις γυναίκες της αρχαίας Αθήνας. Οι σημαντικότερες είναι αυτές που βρίσκονται στο νοτιοδυτικό και νοτιοανατολικό άκρο της Αγοράς αντίστοιχα.
Η Νοτιοδυτική κρήνη χτίστηκε στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. σε σχήμα Γ, για να συμπεριλάβει πολλά σημεία άντλησης ύδατος και να καλύψει τις ανάγκες μιας πολυσύχναστης διασταύρωσης της Αγοράς. Η κρήνη κατασκευάστηκε σε μια περίοδο κατά την οποία η Αθήνα υπέφερε από την ξηρασία, ως τμήμα ενός ευρύτερου σχεδίου που στόχευε στην εξασφάλιση παροχής πόσιμου νερού.
Η Κρήνη καταστράφηκε ολοσχερώς κατά τη λεηλασία της Αθήνας από τον Σύλλα (86 π.Χ.) με αποτέλεσμα να σώζονται σήμερα από το οικοδόμημα μόνο οι θεμελιώσεις του, καθώς και ελάχιστες λιθόπλινθοι της ανωδομής από σκληρό, γκρίζο πωρόλιθο. Ουσιαστικά, η ταύτισή του με κρήνη οφείλεται στην ανακάλυψη του μεγάλου λίθινου αγωγού που την τροφοδοτούσε με νερό.
Η Νοτιοανατολική Κρήνη, ενδεχομένως η γνωστή από τις πηγές ως «Εννεάκρουνος»(με τις εννέα βρύσες-κρουνούς), χρονολογείται από το δεύτερο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. και το νερό της διοχετευόταν από τη μόνη φυσική πηγή της Αθήνας εκείνη την εποχή, την Καλλιρόη. Ο τύραννος Πεισίστρατος, πέτυχε την εκτροπή των νερών από την πηγή έως την Εννεάκρουνο.
Σήμερα, είναι το καλύτερα διατηρημένο οικοδόμημα στη νότια πλευρά της Αγοράς. Πρόκειται για ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο μεγέθους 6,8 Χ 18,2 μέτρων. Το κτίσμα αποτελούνταν αρχικά από τρία μέρη: μια κεντρική αίθουσα και δύο παράπλευρες αίθουσες (περίπου 3,2 Χ 5 μ.) από τις οποίες μόνο λίγες λιθόπλινθοι συμπαγούς γκρίζου ασβεστόλιθου επεβίωσαν.
Εκτός από αυτές τις δύο κρήνες υπήρχαν επίσης κρήνες κοντά στο Βουλευτήριο, στο νότιο άκρο του υπαίθριου τμήματος της Στοάς του Αττάλου και πίσω από τη Νότια Στοά, στα νότια της Θόλου καθώς επίσης και μπροστά από το Βουλευτήριο.
Υδραυλικά έργα
Στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας επίσης ανακαλύφθηκαν και άλλα δημόσια έργα διαχείρισης υδάτων, όπως υδραγωγεία και συστήματα αποχέτευσης. Το αρχαιότερο από αυτά είναι ένας αγωγός, που ανακαλύφθηκε κάτω από το δρόμο που συνέδεε το ανατολικό με το δυτικό τμήμα, κάτω από το νότιο άκρο της πλατείας, και χρονολογείται από τα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα. Αποτελείται από μια σειρά πήλινων αγωγών οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους, με κατεύθυνση από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Η συνδεσμολογία αποτελούνταν μία υποδοχή στο άκρο του ενός σωλήνα και ένα αντίστοιχο κάλλυμα-κούμπωμα στο άκρο του άλλου, ενώ ο προσανατολισμός της συνδεσμολογίας υποδεικνύει την κατεύθυνση της ροής του νερού. Η κίνηση του νερού υποδεικνύεται επίσης από την αρίθμηση των πήλινων σωλήνων. Πιστεύεται ότι ο αγωγός μετέφερε νερό στην Εννεάκρουνο, τη Νοτιοανατολική κρήνη της Αρχαίας Αγοράς και ίσως να σχετίζεται με το υδραγωγείο του Πεισίστρατου που έφερνε νερό από τις πηγές του, στους πρόποδες του Υμηττού. Αυτό υποδεικνύουν τόσο η χρονολογία κατασκευής των έργων όσο και η θέση του αγωγού. Ωστόσο, μεταγενέστερα έργα διέκοψαν τη σύνδεση του αγωγού με την κρήνη.
Οι πήλινοι σωλήνες είχαν μία οπή από την οποία ο εργάτης μπορούσε να βάλει το χέρι του και να σφραγίσει το σημείο της ένωσης. Ολόκληρο το σύστημα ήταν τοποθετημένο μέσα σε μια στενή τάφρο σκαμμένη στο έδαφος και είχε μια ελαφρά κλίση που εξασφάλιζε τη σταθερή ροή.
Ο αγωγός αποτελείτο από δύο διαφορετικές σειρές σωλήνων. Η πρώτη σειρά ήταν προσεκτικά φτιαγμένη, από κιτρινωπό πηλό, με σωλήνες με ελλειψοειδείς οπές και επιγραφές αρίθμησης. Η αρίθμηση των σωλήνων έχει δύο πιθανές εξηγήσεις. Είτε χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να συνδεθούν σωστά τα διαδοχικά τεμάχια, είτε για να μπορεί να μετρηθεί το συνολικό μήκος του αγωγού, καθώς το μήκος των δύο διαδοχικών σωλήνων ήταν πολύ κοντά στους δυο ‘πόδες’ (ο ‘πους’ ήταν μονάδα μέτρησης περίπου ίση με 30 εκ.). Ωστόσο, ορισμένοι σωλήνες αν και αριθμημένοι, βρέθηκαν σε λάθος σειρά.
Η δεύτερη σειρά, κατασκευασμένη από γκρίζο πηλό, ήταν από τεχνικής άποψης λιγότερο περίτεχνη, με τετράγωνα ανοίγματα και χωρίς αρίθμηση. Αντί αυτής ήταν χαραγμένο πάνω στα τεμάχια το όνομα του εργάτη που τα επιμελήθηκε (π.χ. Χάρων).
Κάτω από το δρόμο που συνέδεε το ανατολικό με το δυτικό μέρος της Αγοράς βρέθηκε ένα υδραγωγείο, που χρονολογείται από τον 4ο π.Χ. αιώνα και ήταν φτιαγμένο από μεγάλους ογκόλιθους μαλακού ασβεστόλιθου. Οι λίθοι στο δάπεδο είχαν μεγάλο πάχος, ενώ στο κέντρο τους είχε ανοιχτεί κανάλι βάθους 20 εκ. Στο επάνω μέρος ανοίγματα επέτρεπαν την είσοδο του χεριού (π.χ. ενός τεχνίτη για επισκευές και καθαρισμό). Μεταγενέστερα κατασκευάστηκαν τρία πήλινα κανάλια, τόσο για να συμπληρώνεται η ροή όσο και για να διευκολύνεται η διανομή του νερού προς υψηλότερο επίπεδο.
Αγωγοί από μόλυβδο χρησιμοποιήθηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις για τη μεταφορά νερού, αλλά φαίνεται ότι γενικά δεν προτιμήθηκε αυτή η λύση από τους αρχαίους Αθηναίους, πιθανώς επειδή ήδη γνώριζαν ότι επρόκειτο για ένα υλικό επιβλαβές για την υγεία. Επιπροσθέτως, οι πήλινοι σωλήνες ήταν ευκολότεροι στην επισκευή και τη συντήρησή τους.
Εκτός από τα προαναφερθέντα υδραυλικά συστήματα, επίσης χρησιμοποιήθηκαν σωλήνες πίεσης σε περιπτώσεις όπου υπήρχε ανάγκη μεταφοράς νερού πάνω σε λόφο ή σε υπερυψωμένες κρήνες. Οι σωλήνες αυτοί ήταν παχύτεροι και δε διέθεταν ανοίγματα για καθαρισμό. Τα σημεία όπου συνδέονταν ήταν προσεκτικά σφραγισμένα με υδραυλικό κονίαμα, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι απώλειες νερού.
Αποστραγγιστικά έργα
Άλλα εντυπωσιακά και πολύπλοκα υδραυλικά έργα στην Αγορά της Αθήνας ήταν τα συστήματα αποστράγγισης. Τα ίδια αυτά τα συστήματα χρησιμοποιούνταν και για να απομακρύνουν το πλεονάζον νερό των κρηνών. Κοντά στην «Εννεάκρουνο», αποκαλύφθηκαν δύο αποστραγγιστικοί αγωγοί από δύο διαφορετικές περιόδους. Ο πρώτος αποτελείται από μικρότερους αγωγούς, προσεκτικά συνδεδεμένους μεταξύ τους με ανοίγματα και αντιστοιχεί χρονολογικά στην πρώιμη περίοδο της κρήνης.
Το νερό του αγωγού αυτού χρησιμοποιείται και για άλλους, δευτερογενείς σκοπούς, ενώ αργότερα αντικαταστάθηκε από ένα νέο με φαρδύτερους σωλήνες, παρόμοιους με εκείνους της γραμμής παροχής. Αυτό το νέο αποστραγγιστικό έργο κατασκευάστηκε πιθανά λόγω της αυξημένης υπερχείλισης του νερού των κρηνών, αποτέλεσμα της κατασκευής του νέου, προαναφερθέντος, πέτρινου υδραγωγείου. Οι δύο γραμμές συνδέονταν με σωλήνα σε σχήμα Υ ο οποίος κατέληγε σε ένα μονό αγωγό που αποστράγγιζε τελικά το νερό στο βόρειο μέρος της Αγοράς, με τελικό προορισμό πιθανότατα τον ποταμό Ηριδανό. Τα αποστραγγιστικά έργα της Αγοράς είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα αποστραγγιστικών στην πόλη της Αθήνας προς τους κοντινούς ποταμούς και χείμαρρους.
Ο Κεντρικός Αγωγός
Εκτός από τις παραπάνω λύσεις για την υπερχείλιση των κρηνών, ένα ευρύτερο αποχετευτικό σύστημα συνέλλεγε τα λύματα από κάθε κτίριο. Περιελάμβανε πολλούς μικρούς, κυλινδρικούς, πήλινους σωλήνες καθώς και ανοικτά πήλινα, τετράγωνα κανάλια που όλα κατέληγαν σε κανάλια αποστράγγισης κάτω από τους δρόμους.
Ο Κεντρικός Αγωγός διασχίζοντας την Αγορά από Βορρά προς Νότο, μετέφερε τα λύματα των κτηρίων και ύδατα των χειμάρρων από τους γύρω λόφους. Ο αγωγός χρονολογείται από τις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. και αρχικά εκτείνονταν από την περιοχή της Θόλου, βόρεια μέχρι τον ποταμό Ηριδανό. Αργότερα (τέλη του 5ου-αρχές του 4ου αιώνα π.Χ.), ο Κεντρικός Αγωγός επεκτάθηκε προς τα ανατολικά και προς τα δυτικά.
Το ρολόι νερού
Πολύ κοντά στη Νοτιοδυτική Κρήνη βρίσκεται το ρολόι του νερού που χρονολογείται από τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. και χρησιμοποιούσε τρεχούμενο νερό για να μετρά το χρόνο. Αποτελείται από ένα φρεάτιο επιχρισμένο με υδραυλικό κονίαμα, το οποίο γέμιζε από μία παρακείμενη δεξαμενή. Το νερό έρεε με συγκεκριμένο ρυθμό από το φρεάτιο προς μια μεταλλική έξοδο. Δεν είναι πλήρως κατανοητό το πώς αυτή η ροή μετρούσε το χρόνο, αλλά εκτιμάται ότι τα τοιχώματα του φρεατίου είχαν σήμανση σε διάφορα ύψη ή ότι χρησιμοποιούταν ένας δείκτης πάνω σε πλωτήρα.