TΟΠΟΘΕΣΙΑ
Η τοποθεσία της όασης
Τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά μιας τυπικής ερήμου είναι το πολύ ξηρό έδαφος και η αραιή βλάστηση. Ωστόσο, το φαινομενικά ατελείωτο τοπίο των υποβαθμισμένων εδαφών με τη φτωχή βιοποικιλότητα διακόπτεται περιστασιακά από μια αντίθετη εικόνα: νησίδες πράσινου, τις οάσεις. Οι οάσεις είναι χαρακτηριστικές στα οικοσυστήματα της ερήμου και μπορούν να θεωρηθούν ως το αποτέλεσμα μιας υποδειγματικής σχέσης μεταξύ ανθρώπου και φύσης, μέσα στην οποία, υπό τις σκληρότερες συνθήκες διαβίωσης, δημιουργούνται ζωτικής σημασίας κύκλοι ζωής και αυτοσυντηρούμενα οικοσυστήματα.
Οι οάσεις, αυτές οι ζωτικής σημασίας «φωλιές» στην έρημο, είναι εξ ολοκλήρου τεχνητά συστήματα βλάστησης και όχι φυσικά, όπως πολλοί πιστεύουν. Είναι το αποτέλεσμα της σκληρής δουλειάς του ανθρώπου, της πρακτικής εφαρμογής τεχνικών κατάλληλων για το σκληρό άνυδρο περιβάλλον, το προϊόν γνώσης και δεξιοτήτων που περνά από γενιά σε γενιά. Για παράδειγμα, η χουρμαδιά, ένα τυπικό φυτό της όασης, δεν είναι ένα αυτοφυές δέντρο αλλά αποτέλεσμα καλλιέργειας. Στην έρημο κάθε φοινικόδασος έχει φυτευτεί, φροντιστεί και ποτιστεί με ευλάβεια. Το νερό στην όαση μεταφέρεται με εξελιγμένες τεχνικές και γίνεται αντκείμενο συνετής διαχείρισης.
Τα τοπογραφικά και γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της όασης Gheris
Η λεκάνη Gheris ανήκει σε μια σαφώς ξεχωριστή γεωγραφική ενότητα που μπορεί κανείς να αποκαλέσει προ-Σαχάρειο Μαρόκο, η οποία δεν πρέπει να συγχέεται με τις ψευδο-Σαχάρειες περιοχές που οριοθετούν τη μεγάλη έρημο προς τη σαβάνα. Η περιοχή αυτή περιορίζεται από τις οροσειρές του Μεγάλου Άτλαντα στο Βορρά και του Αντιάτλαντα στο Νότο. Η λεκάνη εκτείνεται από την όαση Figuig ανατολικά μέχρι τις οάσεις της Draa δυτικά, στην άκρη της περιοχής Sous, και συνεχίζει προς τη Μαροκινή Σαχάρα.
Η λεκάνη Gheris καλύπτει μια περιοχή με πολλά τοπογραφικά στοιχεία:
- Ψηλά βουνά: Amdghous, Imdghas, Azaghar Sidi Bouykoub, Taghya και Samgat.
- Το φαράγγι της Amsad.
- Την περιοχή Hamada, που ξεκινά με την Amrdoul του Tadighoust και τις περιφέρειες της Gheris και της Goulmima.
- Μικρές πεδιάδες: της Amagha des Ait Atta, του Touroug Mellab που τελειώνουν με τη μεγάλη πεδιάδα της Tafilalt, την έρημο της Αλγερίας και τα βουνά Ougnat και Saghro.
Όλα αυτά οδηγούν στην περίφημη έρημο Σαχάρα.
Κινούμενοι από Βορρά προς Νότο συναντάμε ιουρασσικά βουνά, λόφους και οροπέδια που σχηματίζονται από ασβεστόλιθο και κόκκινο αλμυρό πηλό (Hamadas).
Το έδαφος της όασης είναι το αποτέλεσμα δύο βασικών διαδικασιών: των προσχώσεων που μεταφέρονται από τις πλημμύρες του ποταμού Gheris και ανθρώπινων δραστηριοτήτων (άρδευση, εκπλύσεις και λιπάνσεις).
Το κλίμα στην περιοχή Gheris είναι μεσογειακό, σχεδόν ηπειρωτικό, με μια σημαντική θερμοκρασιακή διαφορά (20 ° C) μεταξύ των εποχών και μεταξύ ημέρας και νύχτας. Με τις λιγοστές βροχοπτώσεις, τα υψηλά επίπεδα εξάτμισης και τους ανέμους Chergui να επικρατούν βρισκόμαστε σε μια ημιάνυδρη περιοχή. Το μικροκλίμα του φοινικόδασους βέβαια είναι λιγότερο ζεστό και με λιγότερη εξάτμιση.
Πηγή νερού, ο ποταμός Gheris:
«Παραπόταμος του Ziz [ … ], αλλά με μια κοιλάδα υψηλότερη και πιο στενή από του Ziz, με την οποία συναντάται μόνο στην έρημο. Ο ποταμός Gheris τέμνει την ασβεστολιθική γραμμή «Dades» και «Mgoun». Ξεκινά στα όρια των λιμνών βορειοδυτικά και την κοιλάδα Todgha στο νότο που βρίσκεται σε ψηλότερο επίπεδο. Τα νερά του είναι κυρίως υπόγεια και εμφανίζονται στην επιφάνεια περιοδικά».
— Bouquerel, 1953
Πλημμύρες συμβαίνουν συχνά μετά από ισχυρές καταιγίδες στο Amdghous και στο Imdghas. Αυτά τα νερά συγκρατούνται εν μέρει από παραδοσιακά φράγματα και αναχώματα.
Οι σταθεροί υδατικοί πόροι της περιοχής είναι κυρίως τα υπόγεια νερά που αναβλύζουν από πολλές πηγές. Η πιο σημαντική είναι η Tifounassin που αρδεύει την έκταση Goulmima (παρέχοντας 700L/s, μέτρηση του 1949, Rista, 1949).
Η μελέτη περίπτωσης της όασης Figuig
Ακριβώς όπως όλες οι άλλες οάσεις του Μαρόκου στον μέσον της Σαχάρας, η όαση Figuig οφείλει την επιβίωσή της σε ένα λαμπρό αρχαίο σύστημα άρδευσής της. Η ποικιλόμορφη κληρονομιά και η σύνθετη αλλά εύθραυστη δομή των οάσεων επηρέασαν την εξέλιξή τους. Οι οάσεις έχουν εξελιχτεί ώστε να είναι αρκετά ανθεκτικές στις μεταβολές και σε καταστάσεις κρίσης. Η γεωργική παραγωγή τους εξαρτάται από την άρδευση: όταν το απαραίτητο νερό είναι διαθέσιμο οι γεωργικές δραστηριότητες ανθούν και η κοινωνική και πολιτιστική ισορροπία ενισχύεται, δημιουργώντας μια δυναμική ισορροπία που διατηρεί την όαση σε μια κατάσταση σταθερότητας.
Χαρακτηριστικά και δυνατότητες
Η όαση Figuig βρίσκεται στα ΝΑ του Μαρόκου, 7 χλμ. από την πόλη της Baní – Ouanif στην Αλγερία και περίπου 460 χλμ. από τις ακτές της Μεσογείου. Αυτή η περιοχή αποτέλεσε σταυροδρόμι για τις ανταλλαγές και το διμερές εμπόριο, καταλαμβάνοντας μία πολύ ευαίσθητη και στρατηγικής σημασίας παραμεθόρια ζώνη. Η κοινωνική και οικονομική ιστορία της περιοχής της Σαχάρας φανερώνει τον πλούτο και την πολυπλοκότητα της εθνο-δημογραφικής της δομής, καθώς και τη διακριτότητα της χωρικής της οργάνωσης ανά τους αιώνες. Τα χωριά qçar και τα φοινικοδάση της Figuig απλώνονται σε μια κυκλική λεκάνη, ανατολικά του Μεγάλου Άντλαντα. Τα γύρω βουνά δημιουργούν ένα φυσικό φράγμα που παίζει σημαντικό ρόλο στην επιβίωση της όασης. Η όαση Figuig βρίσκεται στο μέσον της Σαχάρας.
Οι κλιματολογικές συνθήκες είναι πολύ σκληρές, με μεσογειακό και ηπειρωτικό κλίμα, ανυπόφορη ζέστη το καλοκαίρι και κρύο το χειμώνα, και μεγάλη διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ μέρας και νύχτας. Η θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 3° C έως 16 ° C τον Ιανουάριο και 24 °C έως 41 °C τον Αύγουστο, με έναν υψηλό βαθμό εξάτμισης και ισχυρούς ανέμους (Chergui). Η μέση ετήσια βροχόπτωση κυμαίνεται από 70 mm σε χρονιές ξηρασίας μέχρι 140 mm σε ομαλές χρονιές, με ακανόνιστη κατανομή στο χώρο και το χρόνο. Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για μια ημι-άνυδρη περιοχή, όπου το φοινικόδασος δημιουργεί ένα μικροκλίμα με λιγότερη ζέστη και εξάτμιση.
Σήμερα η όαση Figuig έχει ~ 15.000 μόνιμους κατοίκους. Οι περισσότεροι ομιλούν τη βερβερική και προέρχονται από τις φυλές Zenata, Sanhaja και από αραβικές φυλές νομάδων που ζουν μαζί στα οχυρωμένα χωρια (qçar) ή σε γύρω περιοχές. Αυτοί οι Άραβες είναι της φυλής Jouaber, μέρος των Hilaliens. Υπάρχουν επίσης οικογένειες Sharifian από τους απογόνους της οικογένειας του Προφήτη Μωάμεθ. Οι οικογένειες chorafa έφτασαν στην περιοχή τον 13ο αι. και εξαπλώθηκαν στα qçar της περιοχής Figuig και μάλιστα είχαν πάντα τη διοικητική και θρησκευτική κυριαρχία. Οι Βέρβεροι ασχολούνταν περισσότερο με τη γεωργία και το εμπόριο με καραβάνια. Οι εβραϊκές μειονότητες εγκατέλειψαν την περιοχή στη δεκαετία του ’50, λίγο πριν την ανεξαρτησία του Μαρόκου, με προορισμούς τη Γαλλία, τις μεγάλες πόλεις του Μαρόκου και το Ισραήλ. Οι κύριες δραστηριότητές τους ήταν η βιοτεχνία και το εμπόριο. Η ύπαρξη διαφόρων εθνοτήτων και θρησκειών (Βερβέρων, Αράβων, Εβραίων και των Harratines) δημιούργησε μια ιδιαίτερα συμπαγή κοινωνική ιεραρχία.
Η πόλη πλέον αποτελείται από έξι qçar διαφόρων μεγεθών σε ένα οροπέδιο (τα Loudaghir, El Maïz, Hamam Foukani, Hamam Tahtani, Oulad Slimane and Laâbidate). Το έβδομο qçar (Zenaga) βρίσκεται κάτω από το βράχο (el jorf), που χωρίζει το οροπέδιο από τον κάμπο της Βαγδάτης και το ΝΔ τμήμα του Figuig (Berkoukess). Τα qçar της όασης Figuig είναι μεγάλης αρχιτεκτονικής αξίας. Οι κάτοικοί τους ήταν εντελώς ανεξάρτητοι, ώστε να υπερασπίζονται καλύτερα τον εαυτό τους και κάθε qçar είχε τους δικούς του νόμους και έθιμα.
Η Figuig είναι ως επί το πλείστον αγροτική περιοχή (650 εκτάρια), όπου κυριαρχεί η παραδοσιακή καλλιέργεια της χουρμαδιάς που πραγματοποιείται σε τρία στάδια, επιτρέποντας την ορθολογική χρήση των μικρών κτημάτων. Οι χουρμαδιές αντιπροσωπεύουν το 80 % του συνόλου των οπωροφόρων δέντρων. Υπάρχουν 120.000 δέντρα, εκ των οποίων τα 110.000 είναι παραγωγικά. Η πιο σημαντική τοπική ποικιλία είναι η Aziza. Βέβαια, αν και η καλλιέργεια είναι εντατική οι αποδόσεις είναι χαμηλές. Έτσι η εσωτερική μετανάστευση προς μεγάλες πόλεις στο Μαρόκο ή η μετανάστευση προς την Ευρώπη έχει οδηγήσει στην εγκατάλειψη ή ακόμη και την απερήμωση πολλών εκτάσεων.
Ανεξάρτητα από τις καιρικές δυσκολίες η περιοχή Figuig διαθέτει ένα υδατικό δυναμικό το οποίο δεν είναι καθόλου αμελητέο. Ως επί το πλείστον αποτελείται από περιοδικά επιφανειακά νερά, τον ποταμό Zouzfana από τους χειμάρρουςJbel grouz και Jbel beni-Smir, που αξιοποιούνται για άρδευση. Η επιβίωση της όασης Figuig στηρίζεται σε υπόγεια νερά. Τριάντα (30) πηγές νερού αρδεύουν το φοινικώνα και υδρεύουν την πόλη Figuig (με συνολική παροχή 175 L/s/έτος-τιμές του 2000). Οι υπόγειες πηγές βρίσκονται κυρίως στο άνω τμήμα της λεκάνης (το οροπέδιο), ενώ οι αρδευόμενες εκτάσεις είναι κυρίως προς το νότο, κοντά στο χωρίο Zenaga. Το χωριό αυτό συγκεντρώνει το 40% του πληθυσμού, αλλά και το ¼ των πηγών με συνολική παροχή νερού κατά τι μικρότερη από το 50% του συνόλου.
QÇAR: Ο ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΟΑΣΕΩΝ
Τα qçar, οι κύριες οικιστικές μονάδες στις οάσεις, απαρτίζονται από μικρότερα οικιστικά σύνολα φτιαγμένα από ομάδες ανθρώπων (οικογενειών/φυλών), που είναι η κύρια μορφή της μαροκινής κοινωνίας. Αυτές οι μικρές ομάδες ανθρώπων δημιουργούν ισχυρούς κοινωνικούς δεσμούς ατσαλωμένους από την παράδοση. Για να επιβιώσει κάποιος πολιτικά και οικονομικά μπορεί να αλλάξει qçar ή ακόμα και όαση, να μετακινηθεί με τη θέλησή του ή με τη βία, καθώς οι οικογένειες γίνονται φυλές και αντίστροφα. Μπορεί επίσης το όνομα ενός ατόμου να αλλάξει. Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι ο πληθυσμός μιας όασης δεν είναι νομαδικός και ως σύνολο είναι πλήρως αυτάρκης. Μέσα σε κάθε qçar υπάρχουν σπίτια, ένα τζαμί, ένα μέρος για εορταστικές εκδηλώσεις και μερικές φορές ένα πανδοχείο.
Η τεχνολογία των khettara συνάδει με τα διάσπαρτα qçar, με το καθένα να έχει τη δική του παράδοση, τη δική του κυβερνώσα γενεαλογία και τους δικούς του μηχανισμούς για την οργάνωση της εργασίας. Στην πραγματικότητα στις μαροκινές οάσεις τα επονομαζόμενα jemâa των qçar λειτουργούν ως «Συμβούλια διαχείρισης νερού και γης», που επιβάλλουν το εθιμικό δίκαιο και διασφαλίζουν τη συντήρηση των αρδευτικών συστημάτων.
Η πολεοδομία του qçar είναι άμεσα συνδεδεμένη με την khettara. Τα κτίρια είναι προσανατολισμένα και χτισμένα σύμφωνα με την κλίση του εδάφους, έτσι ώστε να επιτρέπεται η σταθερή ροή του νερού με τη δύναμη της βαρύτητας. Το νερό είναι πιο δροσερό και καθαρό στο επάνω μέρος, όπου εκβάλλει η khettara. Εδώ κατοικούν οι πιο εύποροι. Χαμηλότερα, καθώς το νερό τρέχει μέσα από ανοικτά κανάλια (souguia), υποβαθμίζεται και είναι λιγότερο κατάλληλο τόσο για οικιακή χρήση όσο και για άρδευση.